Ο Φιλήμων Σαμπάκος, άλαλος εκ γενετής και ανήσυχο πνεύμα εκ φύσεως, εργάζεται ως ιδιωτικός ερευνητής στον ασταθή και παράξενο χώρο του μεταφυσικού.
Η φήμη του αποκτά πανελλαδική εμβέλεια, καθώς έρχεται επιτυχώς αντιμέτωπος με ποικίλες αινιγματώδεις υποθέσεις: απαγωγές από εξωγήινους, εξαφανίσεις χωρίς ίχνη, στυγερές δολοφονίες, τέρατα της λαογραφίας, διαταραγμένα μυαλά.
Στο παρόν βιβλίο εμπεριέχονται όσες υποθέσεις του έχει ως τώρα εμπιστευτεί στον συγγραφέα μέσω γλαφυρών χειρόγραφων επιστολών, τις οποίες σταθερά υπογράφει με το ψευδώνυμο Μερακλής Πουαρό. Μόνη παράκλησή του προς τον συγγραφέα αλλά και τους αναγνώστες του βιβλίου, να έχουν ανοιχτό μυαλό και πάθος για περιπέτεια, καθώς τα δύο αυτά χαρακτηριστικά είναι οι απαραίτητοι οδηγοί στις αχαρτογράφητες περιοχές που μας ταξιδεύει.
Ο Φιλήμων γράφει. Σταματά για λίγο. Σημειώματα παντού. Κοιτάζει έξω. Το φεγγάρι έχει ανατείλει, λαμπρότερο από όλες τις μέρες του προηγούμενου μήνα. Το φως του περνά στο μισοσκότεινο δωμάτιο και φωτίζει τα γραπτά του. Ο γραφικός του χαρακτήρας παντού. Σημειώσεις πάνω σε κείμενα, πάνω σε χάρτες, πάνω σε φωτογραφίες. Φωτογραφίες πλασμάτων αλλόκοτων, ζωόμορφων αλλά και ημιανθρώπινων, κι ένας πίνακας στον τοίχο, γεμάτος αποκόμματα εφημερίδων. Ο Φιλήμων παίρνει μια ανάσα και πλησιάζει τον τοίχο. Σ’ έναν τίτλο γράφει: «Απίστευτο! Οι αυτόπτες μάρτυρες μιλούν για ένα υπερφυσικό…»
Το απόκομμα σταματά εκεί. Ο Φιλήμων το χαϊδεύει και χαμογελά. Επιστρέφει στα γραπτά του. Είμαι πολύ κοντά, σκέφτεται. Σκέφτεται ασταμάτητα όσα δεν μπορεί να αρθρώσει. Ξανακοιτά τον τοίχο. Μια παιδική κατασκευή από χαρτόνι είναι το πιο παράταιρο στοιχείο στον πίνακα. Ένα λουλούδι με πέντε πέταλα, διαφορετικού χρώματος το καθένα. Στίγματα, αποτυπωμένα με μαρκαδόρο, βρίσκονται πάνω σε κάθε πέταλο. Επαναλαμβάνει μέσα του: πράσινο για τα υπερφυσικά πλάσματα, κόκκινο για τις υποθέσεις που κάποιος άνθρωπος πλησίασε στα όρια. Μπλε για εμφάνιση ιπτάμενων αντικειμένων κι εξωγήινων, καφετί για μυστηριακές τοποθεσίες. Και τέλος, το γκρίζο πέταλο. Αυτό με τα λιγότερα στίγματα. Το απόλυτο άγνωστο.
Χαϊδεύει τον κορμό του λουλουδιού, πάνω στον οποίον αναγνωρίζει τον παιδικό του γραφικό χαρακτήρα. Γράφει «Φύση». Έπειτα το βλέμμα του στρέφεται στο κυκλικό κέντρο του άνθους, στο οποίο έχει γράψει περιμετρικά, ως ενήλικος πια: «Μεταφυσική».
Ετοιμάζει τον εξοπλισμό του και κλείνει τον σάκο του. Είναι έτοιμος. Παίρνει μια βαθιά ανάσα και μετρά από μέσα του τα στίγματα. Είμαι κοντά. Ένα βήμα πιο κοντά.